
1. Η απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου υπόκειται σε έφεση, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών μηνών από την επίδοση της.
Δικαίωμα εφέσεως έχει: α) ο διαιτολόγος - διατροφολόγος που τιμωρήθηκε, β) ο εγκαλών σε περίπτωση απαλλαγής του διωχθέντος διαιτολόγου - διατροφολόγου και γ) η Διοικούσα Επιτροπή του περιφερειακού Τμήματος, που άσκησε τη δίωξη κατά του διαιτολόγου - διατροφολόγου. Η έφεση εκδικάζεται από το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο.
2. Η έφεση κατατίθεται στον Γραμματέα του Πειθαρχικού Συμβουλίου που εξέδωσε την εκκαλούμενη απόφαση. Ο Γραμματέας συντάσσει πράξη κατάθεσης, η οποία υπογράφεται από τον ίδιο και τον εκκαλούντα και αποστέλλεται εντός δέκα ημερών, με τα συνοδευτικά αυτής έγγραφα στη Γραμματεία του Ανώτατου Πειθαρχικού Συμβουλίου. Η προθεσμία και η άσκηση της έφεσης έχουν ανασταλτική ισχύ.
Το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο με αιτιολογημένη απόφαση του δύναται να απορρίψει την έφεση ή να μεταρρυθμίσει υπέρ του εγκαλούντος ή να εξαφανίσει την εκκαλουμένη απόφαση. Για το σκοπό αυτόν δύναται να εξετάσει κάθε πρόσφορο αποδεικτικό μέσο, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
Το Ανώτατο Πειθαρχικό Συμβούλιο αποφασίζει αμετάκλητα και εκδίδει την απόφαση του εντός τριμήνου από την επομένη της διαβίβασης της υπόθεσης σε αυτό. Η απόφαση του διαβιβάζεται άμεσα στον Πρόεδρο του οικείου Περιφερειακού Τμήματος και κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο διαιτολόγο - διατροφολόγο.
Κατά της απόφασης του Ανώτατου Πειθαρχικού Συμβουλίου επιτρέπεται προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια, σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας.